Πέμπτη 13 Σεπτεμβρίου 2012


ΛΑΕ Ο,ΤΙ ΠΑΘΑΙΝΕΙΣ ΣΟΥ ΑΞΙΖΕΙ

Δέντρο με όλα τα κλαδιά σου σάπια
βλαστούς  δε θα πετάξεις-όχι-νέους.
Το κάρπισμα είναι μόνο στο μυαλό σου-
κι αυτό ίδια ρημαγμένο σαν το βιος σου.

Λαέ που κλέφτες βάζεις να σε κυβερνήσουν
και απορείς μετά γιατί σε κλέβουν…
Λαέ που είναι κάθε ανέβασμά σου
πάτημα σ’ άλλων πτώματα επάνω…

Λαέ που θέλεις μόνο να κερδίζεις
κι ας χάνουν όλοι οι άλλοι εναγύρω,
ήρθε η ώρα να τα χάσεις όλα-
είτε κλεμμένα είτε κερδισμένα.

Και αν αργείς στον τάφο να βρεθείς
είναι πολύ για να βασανιστείς.
                          -----








Ο ΧΑΜΌΣ ΤΗΣ ΕΛΛΆΔΑΣ

Είδα πολλούς ανθρώπους στη ζωή μου
προς το χαμό τους να τραβούν΄
αδύναμους κι αβόηθητους καθέναν
στην άβυσσό τους να ορμούν.

Είχαν αρχίσει ν΄ακουγόνται κιόλας
Τα βογγητά τους κι οι οιμωγές-
πρόλογος του άκρου του αφανισμού τους
μες στου Απείρου τις σκιές.

Μα πρώτη μου φορά βλέπω πατρίδα
να τρέχει προς το Χαλασμό.
Άψυχη κι άζωη και σπαρταρώντας
σαν αχνιστοαίματο σφαχτό.

Σταυρό γι αυτήν να κάνω δε φελάει
ούτε κι ευχή καμιά να πω
μόνο την πείρα μου πλουταίνω
που έτυχε κι αυτό να δω.
                                 -----





ΛΑΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ

Η Κίνα πάει για κοσμοκράτειρα.
Η Ελλάδα ούτε την Ελλάδα ορίζει.

Το Ισραήλ ειν’ η παγκόσμια Τράπεζα.
Η Ελλάδα ειν’ ο παγκόσμιος ψωμοζήτης.

Το Ιράν το τρέμουνε σ΄Ανατολή και Δύση
Η Ελλάδα τρέμει έτοιμη να σβήσει.

Η Αίγυπτος σεβάσμια σ’ όλους.
Η Ελλάδα από κανέναν σεβαστή.

Δυναμικό το Ιράκ και τιμημένο.
Η Ελλάδα αδύναμη κι ατιμασμένη.

Όμως για τους κρετίνους της Ελλάδας
η Ελλάδα είναι χιλιοδοξασμένη
στου κόσμου όλου τα καλά είναι πρώτη
και όλοι τη ζηλεύουν στην υφήλιο…








ΜΙΧΑΛΟΛΙΆΚΟ…

Μιχαλολιάκο, στη Βουλή, σ’ αυτό τους το μπουρδέλο,
του Κασιδιάρη σ’ έστειλε το άγιο το χαστούκι.
Και δε σε στείλαμε εκεί σαν μια πουτάνα ακόμα
με σθεναρή και ρωμαλέα φωνή για να μιλήσεις,
αλλά όπως μπήκε ο Χριστός στο ναό-με το μαστίγιο.
Μπαφιάσαμε στα τόσα τους τα λόγια τόσα χρόνια.
Λόγια που λεν είτε ήσυχα, με οίηση ή με πόζα,
ή στο έδρανο το χέρι τους με δύναμη χτυπώντας,
ή λόγια δήθεν σοβαρά μ’ εμβρίθεια και με ύφος.
Λόγια ακαταλαβίστικα ’πο το  λαό, ή λόγια
με έκφρασες περίπλοκες και νόημα τάχα βύθιο.
Και μ’ ολ’ αυτά χτίζουν γερό κι απέραστο ένα τείχος
που εκείνοι πίσω απ’ αυτό κλέβουνε, λεηλατούνε,
βυσσοδομούνε, ραδιουργούν και μηχανορραφούνε-
και τρώει τα λόγια ο λαός-τη σάρκα του εκείνοι.
Παρομοιώσεις όμορφες για Μαρξ και για Κερένσκι
και ιστορίες για Σάϋλωκ, γι Αντώνιους και για Σαίξπηρ,
παράτα τα-τα έλεγε και ο Καρατζαφέρης
και τώρα για μια ψήφο μας θερμοπαρακαλάει.
Για λόγια δε σε στείλαμε εκεί αλλά για πράξεις.
Να ρίξεις ξύλο θέλουμε κι εσύ και οι δικοί σου.
Μόνο έτσι αυτοί οι άτιμοι μυαλό μπορεί να βάλουν.
Αν νοιώσουνε  πως όλοι εσείς δε μένετε στα λόγια
μα πως σφαλιάρες δίνετε και πως γροθιές σκορπάτε
τότε θα βάλουνε μυαλό. Χτυπάτε τους αχρείους.
Πόλεμο αρχίστε μές σ’ αυτό το βδελυρό πορνείο.
Μέσα στον οίκο αυτό ανοχής, σ’ αυτό το διαφθορείο,
σώμα με σώμα αρχίσετε με τις πατρόνες μάχη.
Σε κάθε τους παλιανθρωπιά-πολλές κάθε ημέρα-
μία μικρή επανάσταση με τις γροθιές σας κάντε.
Αυτοί μας έχουνε στη γη όλους εμάς ριγμένους
και μας κλοτσάνε αλύπητα κι αλύπητα μας λιώνουν.
Και ούτε οι αλιτήριοι φόβο κανένα νοιώθουν-
και σεις δε θα ’στε εκδικητές των τόσων μας βασάνων;
Θα φοβηθείτε; Όχι δα!  Ο κλέφτης δε φοβάται
και τι;-θα φοβηθείτε σεις; Εσείς-ο νοικοκύρης;
Αν θέλετε κάτι καλό να γίνει στην Ελλάδα,
τη βια με βια χτυπήστε την-και την τρομοκρατία
με μία μεγαλύτερη διώξτε τρομοκρατία.
Θα ’ν’ η αρχή αυτή για μια επανάσταση μεγάλη
που από τη μέση μιαρούς κι ανόσιους θα βγάλει.









ΣΥΝΈΧΕΙΑ ΕΠΕΙΣΟΔΊΟΥ
ΛΙΆΝΑΣ- ΚΑΣΙΔΙΆΡΗ

Αν όχι άλλο, η Χρυσή Αυγή
έφερε στην τιβί μια νέα αυγή:
γνώμες ν’ ακούμε από καλεσμένους
κι όχι καυγάδες, γνήσιους ή στημένους.

Έτσι σκηνές δε θα φανούνε ξανα
ή ογκανισμοί αήθους ενός θούριου
που ξέρναγε η Λιάνα η Χολιάνα
και άφριζε η Δούρου η Γαϊδούρου.

Καλή αρχή Χρυσή Αυγή.
Αυτούς που σε σνομπάρουν
βόηθα από τούτηνε τη γη
οι ανέμοι να τους πάρουν.

Αν όμως μάταια κι εσύ
όπως αυτές λόγια θα πεις,
μέσα στης Λήθης το κρασί
όπως εκείνες, θα πνιγείς.

                        -----




ΤΟ ΘΈΑΤΡΟ ΤΗΣ ΜΙΑΣ ΣΕΛΊΔΑΣ

(Ο Βενιζέλος, καθισμένος σε μια πέτρα
σε μια αλάνα της Β΄ Αθήνας, μονολογεί)

Ω! Ρε τι μέρες ήτανε οι παλιές που έχω ζήσει!
Τι ώρες αλησμόνητες! Τι χρόνια ευτυχισμένα!
Εκάναμε ότι θέλαμε χωρίς να μας πειράζει
το τι θα πει κάθε χαζός έλληνας ή ελληνίδα,
Έβγαινα εγώ και μίλαγα και όλοι εχαιρόνταν.
Κι έβγαινε όποιος ήθελε απ’ του κόμματος την κλίκα,
υπόσχονταν οτ’ ήθελε, έλεγε ότι του ’ρχόνταν
και τον χειροκροτούσανε και τόνε λιβανίζαν.
Ζωή αλήθεια ασύγκριτη! Βίος αλήστου μνήμης!
Και όταν στα παράθυρα των καναλιών εβγαίναμε
μόνον εμείς μιλούσαμε. Κι ας λέγαμε αρλούμπες
δεν μας σταμάταγε κανείς να πει κάτι δικό του.
Τι χρόνια αυτά μοναδικά! Τι αξέχαστες ημέρες!
Και είχαμε στα χείλη μας αμέσως την απάντηση
κανένας αν μας έψεγε γι αυτήνε την κατάσταση:
στα χρόνια τα παλιότερα που η χώρα μας πεινούσε
κλέβανε και θησαύριζαν μπακάλης και μανάβης-
στα χρόνια τα πολύχρυσα του σημερνού αιώνα
που όλα είναι πλουσιότερα κι απελευθερωμένα
δε θα ’κλεβαν οι τράπεζες και οι πολιτικοί;
Κι αν κάποιοι εγκρινιάζανε για τα λεφτά που τρώμε
δυο ψίχουλα τους ρίχναμε και κλείνανε το στόμα.
Α! Χρόνια εκείνα ασύγκριτα! Μέρες ονειρεμένες!
Οι λιμουζίνες! Ο λουφές! Η διαπλοκή! Η ρεμούλα!
Ολυμπιακοί: Το θαύμα μας! Χρηματιστήριο: Η δόξα!
Κι αρχίζανε τα σκάνδαλα σαν σιγαλά ρυάκια
και τρέχοντας εγίνονταν χείμαρροι αφρισμένοι.
Κι οι βουλευτές εκλέβανε. Κι οι υπουργοί αρπάζαν.
Βιομήχανοι αχόρταγοι, χοντρέμποροι αδηφάγοι,
και λαίμαργοι εφοπλιστές και άπληστοι εργολάβοι
ληστεύανε, σουφρώνανε, ξαφρίζανε, τα παίρναν!
Και ο λαός; Α! Ο λαός! Παχύ έβοσκε χορτάρι!..
Αμέ ο Γιώργος; Ο πολύς μέγας σοσιαλιστής μας;
Ήρθε-«λεφτά υπάρχουνε»-, κόβει μιστούς, συντάξεις,
κλείνει αβέρτα μαγαζιά, διαλύει επιχειρήσεις,
ξεχαρβαλώνει Οργανισμούς, Δήμους αποσυνθέτει,
συντρίβει το εμπόριο, την ύφεση ανεβάζει,
την ανεργία αντρείεψε, αυτοκτονίες πληθαίνει…
και ο λαός; Α! Ο λαός! Στο Σύνταγμα επήγε,
μία βολτούλα έκανε και πίσω πάλι πήγε
στα έρημα τα σπίτια του και στη φριχτή ζωή του.
Και τώρα;.. Τώρα δυστυχιά μεγάλη μ’ έχει έβρει
αφού τόσο εμεγάλωσε μες στο λαό η φτώχια,
που ξύγκι δεν του έμεινε άλλο για να του φάμε.
Δέρμα και κόκαλα έμεινε ο έλληνας ο δόλιος
κι αν τόνε γδέρναμε μετά ποιόνε θα περιμέναμε
λίγο να φάει, να στυλωθεί, να ξανακάνει λίπος
και πάλι να το τρώγαμε; Και τώρα; Τώρα τίποτα!
Κι ως κάθομαι μονάχος μου σ’ αυτήν εδώ την πέτρα
αυτά μονάχα σκέπτομαι κι αναπολώ ολοένα.
Μα προς τα δω να κι έρχεται ο Σαμαράς. Ας δούμε
τι κάνει αυτός… πώς σκέπτεται… σκοπό ποιον έχει βάλει…
(στο Σαμαρά)
Γεια σου Αντώνη. Κάθισε.

ΣΑΜΑΡΆΣ
 Γεια σου μωρέ Βαγγέλη
Σε σκέψεις που μας έβαλε εκείνο το τσογλάνι…
Λες να τον φάμε οι δυο μαζί;

ΒΕΝΙΖΈΛΟΣ
Τον Τσίπρα; Πού να ξέρω;
Μ’ αν δεν τον φάμε, σβήσαμε. Γι αυτό…τι να σου πω
άρχισα διαπραγμάτευση Μνημόνιου να ζητώ…

ΣΑΜΑΡΆΣ
Κι εγώ. Δε μ’ άκουσες εχτές; Κι ακόμα υποσχέθηκα
πως τους μιστούς των εργατών σα βγω θα μεγαλώσω…

ΒΕΝΙΖΈΛΟΣ
Εφανταζόσουνα ποτέ αλήθεια ρε Αντώνη
πως τέτοια πράγματα ποτέ θα λέγαμε οι δυο μας;

ΣΑΜΑΡΆΣ
Αφού τα λέει όμως αυτό το αμούστακο τσογλάνι
τι άλλο εμείς θα κάναμε;

ΒΕΝ ΙΖΈΛΟΣ
Τι συφορά μας βρήκε!
Αντί να λιγοστεύουμε ν’ αυξάνουμε μιστούς!..

ΣΑΜΑΡΆΣ
Και το Μνημόνιο να σου πω, καλά πια δεν το βλέπω
Κατά πως πάει, μπορεί αυτός και να το καταργήσει…

ΒΕΝΙΖΈΛΟΣ
Να δώσει ο θεός τέτοιο κακό να μην ιδώ όσο ζήσω…
Τόσες προσπάθειες κάναμε και κόπους άλλους τόσους
και τώρα που το χτίσαμε κι είπαμε να χαρούμε…

ΣΑΜΑΡΆΣ
Αλήθεια κρίμα…

ΒΕΝΙΖΈΛΟΣ
Δηλαδή εδώ που τα μιλάμε
μάλλον εγώ το έχτισα κι εσύ με πολεμούσες…

ΣΑΜΑΡΆΣ
Αλλά μετάνιωσα κι εσείς μ’ έχετε συχωρέσει.
Έλα, τα λόγια τώρα αυτά ας τα βάλουμε στην άκρη
κι ας δούμε πώς τον άτιμο αυτόν θα πολεμήσουμε.
Α! Να ’τανε οι αξέχαστες ημέρες του πενήντα…

ΒΕΝΙΖΈΛΟΣ
Ή του ογδόντα…μ’ ένανε περίπατο μονάχα
η νίκη θα ’τανε με μας…

(σιωπή)

Κι εσύ πήγες και πήρες
εκείνο τον Ντινόπουλο-ένα χαζό φασίστα
κι αυτός σα να μη σου ’φτανε πήρες και το Βορίδη
που το τσεκούρι έτοιμο το ’χει για να το ρίξει…

ΣΑΜΑΡΆΣ
Και πού μπορούσα έξυπνους να έβρισκα φασίστες;
Στο κάτω κάτω ένανε και ο Κουβέλης έχει
Αυτόν τον Παπαδόπουλο…

ΒΕΝΙΖΈΛΟΣ
Λες τον εκπρόσωπό του;

ΣΑΜΑΡΆΣ
Ναι. Κι ο Καμένος τον Κουίκ…

ΒΕΝΙΖΈΛΟΣ
Βέβαια, είναι κι εκείνος.
Όμως ρε αθεόφοβε τη Ντόρα τι την ήθελες;
Δε σκέφτηκες πως θα σε πουν-και δίκαια- κολοτούμπα;

ΣΑΜΑΡΆΣ
Ρε ό,τι θέλουνε ας πουν. Εγώ μαζεύω ψήφους.
Ενώ εσείς, βαλτώσατε…

ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ
Τουλάχιστον μαζί σου
να κάναμε κυβέρνηση…Μα όμως δεν το βλέπω…
Λες ρε Αντώνη να ’χει ερθεί για όλους εμάς το τέλος;

ΣΑΜΑΡΆΣ
Όχι αφού πρωθυπουργός κι εγώ δεν έχω γίνει.

ΒΕΝΙΖΈΛΟΣ
Εγώ να γίνεις εύχομαι ώστε κι εμείς κοντά σου
να τρώμε ξεροκόμματο κανένα εξουσίας.

ΣΑΜΑΡΆΣ
Μόνο Λοβέρδο μη μου πεις να κάνω υπουργό
ή κείνον το μονόχνωτο χαζό, το Σκανδαλίδη…
Αλήθεια πρόσεξες κι εσύ ρε φίλε μου Βαγγέλη
πόσο αστείοι γίνονται κι ασήμαντοι φαντάζουν
όσοι την πριν τους δύναμη γρήγορα τόσο χάνουν;
Δεν ξέρουν πώς αμίλητοι να στέκουνε για ώρα
ή ότι λεν να το περνούν στο ντούκου όλοι οι άλλοι…

ΒΕΝΙΖΈΛΟΣ
Και το χειρότερο γι αυτούς είναι σαν προσπαθούνε
να δείξουν ότι τίποτα δεν έχει τάχα αλλάξει
και να μιλάνε σαν παλιά, ενώ οι διπλανοί τους
τους βλέπουν και με λύπηση, μα και γελούν μαζί τους…

(σιωπή)

Τι λες Αντώνη, φεύγουμε;

ΣΑΜΑΡΆΣ

Πάμε καλέ μου φίλε.

(βγαίνουν)


























              Ο ΛΑΌΣ ΜΟΥ

Να φωνάξω σε ποιον και ν’ ακούσει
τη ντροπή που στα στήθια μου κλείνω;
…Στο κενό θα την πω κι ας γνωρίζω
πως ματαίως μιλώ και σε κείνο:

«Το λαό μου οι φαύλοι τον κλέβουν.
Με άθλιους νόμους οι ίδιοι που φέρνουν
τον πετάνε στη λάσπη δεμένον
κι ό,τι έχει στις τσέπες του παίρνουν.

Το λαό μου οι φαύλοι ονειδίζουν.
Με υποσχέσεις που δεν τις τηρούνε
τον χορταίνουνε κι έτσι πρησμένον
για κοιλιόδουλο τον τιμωρούνε.

Το λαό μου οι φαύλοι πιο φαύλον
απ’ ό,τ’ οι ίδιοι τον έχουνε κάνει.
Και αυτός όλο κάτω τραβάει-
σκόνη γίνεται ό,τι κι αν πιάνει.

Λαέ κούφιε, λαέ κοιμισμένε,
μιαν υπόκλιση ακόμα και χάσου!
Και στον Άδη ζητούν Μαριονέτες:
στάδιο κι άλλο λαμπρό να! μπροστά σου!»






Γ--- ΤΟ…ΦΙΛΌΤΙΜΌ ΜΑΣ…

Τα φώτα που μας φέγγαν, τα χαρίσαμε
στους ξένους, ο καθένας τους για να ’δει.
Κι ουτ’ ένα για μαγιά δεν εκρατήσαμε.
Γι αυτό στο μαύρο είμαστ’ εμείς  σκοτάδι.









Κουβέλη, που πας για πρόεδρος δημοκρατίας, δε θα γίνεις αν δεν αρχίσεις να προπονείσαι από τώρα.
Σήμερα θα σου πω το πρώτο που πρέπει να μάθεις.
Πρέπει να λες "πρέπει"!
Στις επετείους ας πούμε να βγαίνεις και να δηλώνεις: "Πρέπει να γίνουμε ένα ευυπόληπτο κράτος!" Και μετά να ξανακοιμάσαι.
Όταν οι φτωχοί παραμιλάνε από τη νηστεία, να βγαίνεις και να λες: "Πρέπει να εξαλείψουμε τη φτώχεια!" και μετά να ξανακοιμάσαι.
Το ίδιο για κάθε περίσταση που θα έχεις να μιλήσεις.

Άκουσα Κουβέλη ότι έχεις ογδόντα σπίτια. Για να βεβαιωθεί ο λαός ότι σου χρειάζονται όλα, λέω να σε κόψουμε σε ογδόντα κομμάτια και να βάλουμε από ένα σε κάθε σπίτι. (Ή έχεις σαράντα και δεν άκουσα καλά; Ή είκοσι; Τέλος πάντων, όσα σπίτια έχεις σε τόσα κομμάτια θα σε κόψουμε-να μη μείνει αστέγαστη η γλώσσα σου και μιλάει για δημοκρατία και πώς να γελάσει κανείς με μια κομμένη γλώσσα-να μη μείνει αστέγαστο το μάτι σου που  βλέπει ό,τι το συμφέρει μόνο  και πώς να γελάσει κανείς με ένα βγαλμένο μάτι-να μη μείνει αστέγαστο το τσερβέλο σου που σκέφτεται μόνο πώς θα αποκτήσει σπίτια και πως να γελάσει κανείς με ένα γυμνό τσερβέλο-να μη μείνει αστέγαστη η καπιταλιστική ψυχή σου και πώς να γελάσει κανείς με μια ψυχή που απεργάζεται τον αφανισμό της αξιοπρέπειας του ανθρώπου.)














ΤΙ ΚΙ ΑΝ Η ΕΛΛΆΔΑ ΞΕΨΥΧΆΕΙ-
ΧΑΡΕΊΤΕ! Η ΕΘΝΙΚΉ ΝΙΚΆΕΙ!..

Δε βρίσκεται κανείς να πει
πως δε μετράει η Εθνική
και όσα γκολ κι αν βάζει
η Ελλάδα δεν αλλάζει;

Αν κάπως ο έλληνας μετράει
είναι γιατί, τάχα, κλωτσάει;
Τότε οι γάϊδαροι μετράνε
και μάλιστα τον ξεπερνάνε!

Ένας λαός αξία έχει
σε στάδιο προόδου όταν τρέχει
κι εκεί πρωτιές όταν κερδίζει-
όχι ποδόσφαιρο αν γνωρίζει…



ΠΑΤΡΙΔΑ

Πατρίδα είναι της γης ο τόπος όπου
Η ζωωσύνη υφαίνεται του ανθρώπου.
Όπου χαρτί ένα δείχνοντας στους γύρω
Στη γλώσσα και στη ζωή τους έχει κλήρο.
Και πια μπορεί με λόγια να πλανεύει
Και ζωή και χρήμα και χαρά να κλέβει.

Πατρίδα είναι η γης όπου μπορούνε
Πολιτικοί οι αλήτες να χριστούνε.
Πατρίδα είναι η γης όπου εντός της
Πλουταίνει κάθε αχρείος καταδότης
(ενώ σε ξένο τόπο πώς να δράσεις-
Ντόπιοι άλλοι εκεί κρατούν τις καταστάσεις).

Και πράγμα αθάνατο ειν’ η πατρίδα.
Μονάχα οι πολίτες της πεθαίνουν.
Εκείνη για χιλιάδες χρόνια μένει
Είτε με δόξα, είτε ατιμασμένη.
Κι όταν γι αυτήν μας βασανίζει ο νόστος
Είναι που εκεί αδικούμε δίχως κόστος.
                              -----

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου