ΝΑΝΟΥΡΊΣΜΑΤΑ ΣΤΟ ΛΑΌ
ΝΑΝΟΎΡΙΣΜΑ ΑΠΌ ΝΔ
Κοιμάται το παιδάκι μου
Και ποιός θα το ξυπνήσει;
Τ' αηδόνι της ανατολής
Και ποιός θα το ξυπνήσει;
Τ' αηδόνι της ανατολής
ή το πουλί της δύσης;
Κοιμίσου συ μωράκι μου
κι η μάνα σου δουλεύει
και αναδιαπραγμάτευση
και κούρεμα σου φέρνει.
κοιμάται νιο κοιμάται νιο
κοιμάται νιο φεγγάρι
κοιμάται σε γερμανικό
απάνω μαξιλάρι.
Με Ντόρα για μητέρα τους
και με πατέρα Αντώνη
Ο ύπνος τρέφει το παιδί
κι η γεια το μεγαλώνει.
Έλα Γιουνκέρ και ‘Όλι Ρεν
και πάρτο στα περβόλια
και φέρτο με τους κόρφους του
γεμάτους πορτοφόλια.
ΝΑΝΟΎΡΙΣΜΑ ΑΠΌ ΠΑΣΟΚ
Κρίση που παίρνεις τα παιδιά
έλα πάρε και τούτο
όλο ζωή σου το ‘δωσα
ξέψυχο φέρε μού το.
Κοιμήσου και παρήγγειλα
στη Μέρκελ το σεντόνι
στον Σόϊμπλερ την κάσα σου
κοράκι στον Αντώνη.
Κοιμήσου συ μωράκι μου
κι η τύχη μου δουλεύει
ευρώ και λίρες αγγλικές
ογλήγορα μου φέρνει.
ΝΑΝΟΎΡΙΣΜΑ ΑΠΌ ΚΚΕ
Νάνι νάνι το μωρό μου
νάνι νάνι το χρυσό μου
ώσπου να ’ρθει η μάνα του
και η παραμάνα του
απ’ τα ξύλα, απ’ το νερό,
απ’ τον Γοργοπόταμο
να του φέρει κουκουεδάκια
και μικρούτσικα κνεδάκια.
Έλα ύπνε απ’ το βουνό
με το αγέρι το γοργό
έλα ύπνε απ’ το κλαράκι
να υπνωτίσεις το παιδάκι.
Και κανείς μη το ξυπνήσει
αν πριχού δεν κοκκινίσει.
ΝΑΝΟΎΡΙΣΜΑ ΑΠΌ ΧΡΥΣΉ ΑΥΓΉ
Κοιμήσου το παιδάκι μου
τώρα Χρυσή σου ήρθε Αυγή
κοιμίσου και στο πλάγι σου
η μάνα σου η καλή αγρυπνεί.
Κοιμήσου και στο ξύπνο σου
βαριά θα βρεις ποδιά
με μήλα, με κοχύλια
κι αλλοδαπών κορμιά.
ΝΑΝΟΎΡΙΣΜΑ ΑΠΌ ΛΑΌΣ
Νάνι νάνι η Νου Δου μου
κι εγώ να ’χω το νου μου
σ’ ύπνο σαν πέσει η άπονη
ν’ αρπάξω της τον Άδωνι.
Νάνι νάνι ο Σαμαράς μου
νάνι το αρχοντόπουλο
κι όταν σε βαθύπνι πέσει
τρώω το βελόπουλο.
Νάνι νάνι ο λαός
να ξυπνήσει ο ΛΑΌΣ
και στις εκλογές για λεία
του λαού να ’χει τα τρία.
ΝΑΝΟΎΡΙΣΜΑ ΑΠΌ ΚΑΜΈΝΟ
Κοιμήσου αγγελούδι μου,
σαν τον καλό το χρόνο,
σαν τα πουλιά που κελαηδούν,
στης λεμονιάς τον κλώνο.
σαν τον καλό το χρόνο,
σαν τα πουλιά που κελαηδούν,
στης λεμονιάς τον κλώνο.
Τον Όλι Ρεν παρακαλώ
να μου τ’ αποκοιμίσει
ώσπου να μπω στο γκόβερνο-
και πια δε θα ξυπνήσει…
ΝΑΝΟΥΡΊΣΜΑ ΑΠΌ ΔΗΜΑΡ
Κοιμάται το γαρούφαλο
κοντά στη ματζουράνα
κοιμάται το παιδάκι μου
με την καλή του μάνα.
Κοιμήσου που να σε χαρεί
η Δύση που σ’ εγέννα
και ο Μπαρόζο κι ο Ολάντ
να δουν χαρά από σένα.
Κοιμήσου όμορφο μωρό
νύχτα με τ’ αστρουλάκια
και Σόϊμπλε και Σουλτς κι Ολάντ
να ’χεις για ονειράκια.
Κοιμάται το παιδάκι μου
του στείλαν αραβώνα
κι εγώ τ’ απηλοήθηκα
«Όχι, ’τι ζει ακόμα».
ΝΑΟΎΡΙΣΜΑ ΑΠΌ ΣΎΡΙΖΑ
Ινάν να κάνει το μωρό μου
ινάν να κάνει το γλυκό μου
να ξυπνήσει να παλέψει
τα καλά της γης ν’ αρμέξει.
Ινάν να κάνει το μικρό μου
το μοσκογαρύφαλλό μου
κι όποιος του σταθεί εμπόδιο
ως τον Άδη κατευόδιο.
Νέο κόμμα!
Νέο κόμμα! Να τι θέλει η Ελλάδα!
Την πολλή
που είχε ως τώρα εβαρέθηκε λιακάδα
κι απ’
το μπλε το χρώμα έχει τόσο πλέον βαριεστήσει
που νουδού
πασόκ και λάος απ’ το χάρτη θα τα σβήσει.
Νέο κόμμα
της Ελλάδος τώρα η όρεξη τραβάει
κι υλικό
ως νέο δεν έχει βολικό που να μετράει,
τα παλιά
υλικά ζυμώνει, κόμματα δυο νέα χτίζει
και νουσόκ
λέει το ένα και παδού τ’ άλλο βαφτίζει.
ΤΟ ΡΈΜΑ
Τον κόλο σου στο μάρμαρο
χοντρέ να τον χτυπάς
ένα είναι πλέον ή σίγουρο-
πως μέρες πια μετράς.
Κι ενώ τα κλεψιμέικα
βαθιά στην τσέπη χώνεις,
όμως συντάξεις και μιστούς
αλήταρε, παγώνεις.
Και με τις στάλες απ’ του λαού
τον ίδρωτα και το αίμα
ένα φρικώδες κι άθλιο
φτιάχνοντας άγριο ρέμα,
το στέλνεις μες στη θάλασσα
των φίλων σου κλεφτών
για να ξανάβγεις κάποτε
πρωθυπουργός δι αυτών.
Μα πρόσεξε το ρέμα μη
στη δίκαιη οργή του
πάρει και σε και τ’ άτιμα
τα πλούτη σου μαζί του.
Επιστημονική
εξήγηση της αλλιώς δυσεξήγητης πολιτικής συμπεριφοράς των ελλήνων.
Τα ελληνικά πολιτικά κόμματα είναι ερμαφρόδιτα. Μεταξύ των άλλων χαρακτηριστικών τους, έχουν ανεπτυγμένο στήθος, όρχεις, πέος.
Κατά τη διάρκεια των προεκλογικών περιόδων και για προεκλογικούς ορμονικούς λόγους, το στήθος τους αυξάνεται σε όγκο. Τότε οι αιωνίως πειναλέοι για σεξ έλληνες ψηφοφόροι τρέχουν πίσω από το καθένα κόμμα, σίγουροι ότι βρήκαν γυναίκα, που καθώς μάλιστα ντύνεται εκμαυλιστικά, υπόσχεται ατέλειωτες απολαύσεις.
Κατά την ίδια περίοδο όμως μεγεθύνονται και οι όρχεις και το πέος του κάθε κόμματος. Κάτι που δεν γίνεται αντιληπτό από τον ψηφοφόρο, ο οποίος φυσικά εξακολουθεί να βλέπει μόνον τα θηλυκά χαρακτηριστικά των κομμάτων-στήθος, μαλλιά, κινήματα, τρόπους, φωνή που κατάλληλα έχει προσαρμοστεί στην περίσταση.
Και ενώ τη νύχτα των εκλογών οι έλληνες πηγαίνουν να χαρούν την ποθητή γυναίκα, εκείνη κάνει χρήση του ογκώδους πέους της και εκείνη χαίρεται αυτούς για όσο κυβερνάει. Και τους μεγάλους όρχεις της τους χρησιμοποιεί για να γράφει σ’ αυτούς ό,τι κι αν λένε οι-εκόντες ή άκοντες-ερωμένοι της.
Ο ΚΑΡΑΜΑΝΛΉΣ
ΠΆΕΙ
ΓΙΑ ΠΡΌΕΔΡΟΣ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΊΑΣ
(Οι εφημερίδες)
Του ταιριάζει. Ό,τι πρέπει.
Θαυμαστά
θα γράψει έπη.
Θα κοιμάται
όλη μέρα
ειτ’ έχει
ήλιο ή αέρα,
και για
λίγο θα ξυπνάει
όταν είναι
για να φάει.
Η μπουλντόγκ
του η μουσούδα
θα χοντρύνει
σαν του Βούδα
και ο κόλος
του ο παχύς
θ’ απαιτεί
καρέκλες τρεις.
Κι αθλητής
άρσης βαρών
θα ‘ναι
δίπλα του παρών,
που για
πλούσιο κασέ
με μια
κίνηση αρασέ
θα σηκώνει
του το χέρι
από πάνω
να το φέρει
από όποιο
άσπρο χαρτί
είναι να
υπογραφεί.
Μοναχά
το φασισμό του
μην ξεχνώντας
τον ωμό του,
πριν υπογραφή
να βάλει
θα ρωτάει-τέτοιο
χάλι-
τον αρχιβιομήχανό
του
που θα
έχει σύμβουλό του,
μη και
κάποιο απ’ τα χαρτιά
προξενεί
στον ΣΕΒ ζημιά.
Έτσι ο
νυν πρωθυπουργός μας
και ο μέλλων
Πρόεδρός μας
δίχως τσίπα
και ντροπή
το λαό
θα «υπηρετεί».
ΡΕ ΚΑΡΑΜΑΝΛΉ ΧΟΝΤΡΟΎΛΗ…
Ρε χοντρούλη
πώς εβγήκες έτσι μόνος μες στη στράτα
και πώς
τα ‘πες έτσι χύμα και φορτσάτα και σταράτα;
Ξάφνου
πώς η κάρα σου έχει τέτοια απόφαση παρμένη
και λεφτό
ουτ’ ένα ακόμα δεν μπορεί να περιμένει
μόνο λέει
κι όλο λέει και ξερνάει και παρλάρει
και των
βουλευτών σου όλων τα μυαλά τα έχεις πάρει;
Και καλά
για τον εαυτό σου-ήθελες ν’ αυτοκτονήσεις
μα δε σκέφτηκες
τους άλλους που ‘χουν άλλες απαιτήσεις-
που από
τη ζωή ζητάνε σαν και σένα να πλουτίσουν
πριν τα
έδρανα της πόρνης της Βουλής απαρατήσουν;
Κι αν εσύ
δυο θείους είχες την Ελλάδα που ρημάξαν
και περιουσίες
μυθώδεις με το κλέψιμο εφτιάξαν
κι απ’
τα κλεψιμέϊκα είναι τα περσότερα δικά σου
ώστε να
‘χουν και να τρώνε ως και τα οχταέγγονά σου,
όμως όλοι
οι βουλευτές σου δεν προλάβανε να φάνε
και οι
κακόμοιροι φωνάζουν σαν τους λύκους που πεινάνε.
Τι ψυχή
θα παραδώσεις στο Θεό κάποια ημέρα
έτσι όπου
κάθε όσιο κι ιερό έχεις κάνει πέρα-
όσους σ’
έβγαλαν ν’ αφήνεις νηστικούς και πεινασμένους
και να
τους κοιτάζεις τάχα σαν αγνώστους και σαν ξένους;
…………………………………………………………………………………….
3-9-09
Παπανδρέου:
«: …Ζητάμε
τη συμπαράσταση των ζωντανών κυττάρων της κοινωνίας…»
Μετάφραση:
Θέλουμε
όλους τους άξεστους, επιθετικούς, ζωώδεις, φωνακλάδες νέους έως μεσόκοπους, μαζί
μας. Θέλουμε με άλλα λόγια τους νεοτραμπούκους της Αριστεράς. Που θα φάνε όχι στο
όνομα του φασισμού αλλά στο όνομα της Δημοκρατίας. Ζητάμε φόβητρα για τους δεξιούς.
Θέλουμε μαζί μας τα Κτήνη και αφήνουμε στη
μίζερη γωνιά τους τους Ανθρώπους.
ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΎΛΟΥ
Μόνο τη
Διαμαντοπούλου
μη κανένας
μου πειράξει
η θεωρία
του Ωραίου
που σ’
αυτήν έγινε Πράξη.
Και γι΄αυτή
την ευφροσύνη
που η θέα
της φέρνει εντός μας
θα τη θέλαμε
ακόμα
κι αρχηγό
του Σύμπαντός μας.
Γιάννος και Μήτρος συζητούν και τα δικά τους λένε
κι οι έξυπνοι μ’ αυτά γελούν και οι ανόητοι κλαίνε.
-Ρε Μήτρο γιατί μου ’φτασες πρωί πρωί τρεχάτος
και μάλιστα περίφροντις και απορία γεμάτος;
-Πώς να μην είμαι Γιάννο μου; Και να γιατί απορώ;
Με γράμμα του ο Ρουσόπουλος προς τον πρωθυπουργό
του είπε πως στις εκλογές δε θα ’ναι υποψήφιος!
Πες μου Γιαννάκο μου εσύ γιατί εγώ ειμ’ ηλίθιος:
γιατί μας το ’κανε αυτό; ποια είναι η αιτία;
-Αλήθεια με την τόση σου Μητρούση μου βλακεία-
και παρ’ αυτήν…- απάντηση δε γίνεται να δώσεις.
Άκου λοιπόν. Ο φίλος μας αφού τα ’χει τσεπώσει
και την του νόμου ελπίζοντας τσιμπίδα να γλιτώσει
σου λέει: «ας φύγω μόνος μου προτού με κυνηγήσουν
και όσα ως τώρα έφαγα πίσω μου τα ζητήσουν.
Και τσαμπουνάω πως έφυγα γεμάτος αξιοπρέπεια
κι ας είμαι όλος σκεπαστός από ανομίας λέπια.
Γι αυτό έφυγε Γιαννάκο μου- Κατάλαβες;
-Ναι Γιάννο,
Μα ερωτήσεις μια ή δυο ακόμα θα σου κάνω:
Δεν έπρεπε προς το λαό το γράμμα του να στείλει
αντί για τον πρωθυπουργό-τουτέστιν δεν οφείλει
λόγο να δώσει στο λαό και στη δικαιοσύνη;
Και Γιάννο μου, όποιος το λοιπόν κλέψει απ’ το
Δημόσιο
με γράμμα ένα βδελυρό προς κάποιονε ανόσιο
έτσι για όλα πια ξοφλά τα βρώμια που ’χει κάνει;
-Ρε Μήτρο, αφού έμαθες μέχρι και το «τουτέστι»
και το ‘χεις φέρει ως εδώ κι ας κάνει τόση ζέστη,
τότε είμαι σίγουρος πολύ ότι θα εννοήσεις
όσα απαντώντας θα σου πω σ’ αυτές τις ερωτήσεις.
Λοιπόν χαζέ και άσκεφτε και κουτεντέ μου φίλε
άκου και πλέον στ’ άχρηστα τις απορίες σου στείλε.
Με τέτοιον βλάκα κι άχρηστο λαό που ’χει η Ελλάδα-
χώρα που ένα η συννεφιά κι εννιά κάνει η λιακάδα-
κάποιος να στείλει γράμμα αρκεί κι ας είναι και
στο διά’λο,
αυτό ο λαός το θεωρεί πράγμα πολύ μεγάλο
και λέει μέσα του «αυτός είναι γραμματισμένος.
Ξέρει τι λέει. Αχ! Τι καλός! Δε φταίει ο καϋμένος!...»
Και λέει «τι άλλο να ’κανε; Να ‘στελνε δεν μπορούσε
σ’ εκατομμύρια έλληνες γράμματα- θ’ αρρωστούσε-
γι αυτό στου λαού τον εκλεκτό ένα έχει στείλει
γράμμα
και φως φανάρι-πια μ’ αυτό διορθώθηκε το πράγμα.»
Ως για το αν έτσι εξοφλά τις όποιες του βρωμιές
έτσι το πράγμα Μήτρο μου γίνεται για γενιές.
Έρχονται κι αφού το άμοιρο Δημόσιο κατακλέψουν
πως παραιτούνται ύστερα λεν και πάνε να χωνέψουν.
Ή αν το κόμμα απ’ τις κλεψιές που κάνανε χωλαίνει
εκείνο εν δόξει και τιμή στο σπίτι τους τούς στέλνει
ή δεν τους βάζει πάλι, απλά, στην βρωμερή του
λίστα
ενώ ο λαός κοιμάται, ή γλαρώνει από τη νύστα.
Κατάλαβες Μητρούση μου ή πάλι να στα πω;
-Κατάλαβα και μ’ έκανες Γιάννο μου να ντραπώ
που τέτοιος είμαστε λαός. Και, Γιάννο, η Ζαχαρέα
δεν ήτανε γυναίκα του που έλεγε τα νέα;
-Ήτανε.
-Κι επιτρέπεται σε τέτοια μία θέση
να ’ναι η γυναίκα εκεινού που κόμμα κουμαντάρει;
Αυτό είναι τάχα φυσικό ή σ’ όλους τάχα αρέσει
και κάλτσες δεν τη στείλανε στο σπίτι να μαντάρει;
-Μήτρο Ελλάδα ειν’ εδώ. Θα πει μια χώρα νούλα
που έχει φτιαχτεί από βρωμιά κι άδικο και ρεμούλα.
Για εδώ είναι παράξενο όχι ό,τ’ είναι τίμιο
μα ό,τι αλλού θα ήτανε άτιμο κι επιζήμιο.
Γι αυτό σαν την πατρίδα μας άλλη δεν είναι χώρα.
Γκέκε;
-Ναι, γκέκε Γιάννο μου. Όμως ας φύγω τώρα
για να σ’ αφήσω ήσυχον όσα είπαμε να γράψεις.
Και μη για βλάκα κι άχρηστον Γιάννο με περιγράψεις.
-Ρε Μήτρο μου, ό,τι και να πω για σένα κι ό,τι
γράψω
φίλο να σ’ έχω κι αδερφό ποτέ μου δε θα πάψω.
Κι αν κατηγόριες άσωστες για σε έχω στα γραφτά
μου,
μα Μήτρο μου ξέρεις καλά πως σ’ έχω στην καρδιά
μου.
-Σ’ ευχαριστώ Γιαννάκο μου. Και φεύγω όλος χαρά
σφαλιάρα εσύ που σήμερα δε μου ’δωσες καμιά.
Για πάντα τις σφαλιάρες σου Γιάννο θα σταματήσεις;
-Ναι, τις βλακώδεις σου κι εσύ αν πάψεις ερωτήσεις.
-Ωχ! Κι άλλο ξύλο πρόκειται ο άμοιρος να φάω.
-Ναι αλλά Μήτρο μην ξεχνάς ότι σε αγαπάω…
(Κι οι δύο φίλοι χώρισαν κι οι δύο βλαστημώντας
μα κι ο ένας τους τον άλλονε πάντοτε αγαπώντας.)
«Το μεγαλύτερο αγαθό της πατρίδας μας είναι το
φυσικό της κάλλος.»
Πρόεδρος Δημοκρατίας
Επιτέλους η παραδοχή από τα πιο υπεύθυνα-ανεύθυνα
χείλη, ότι για ηθικό, πνευματικό, πατριωτικό, πολιτισμικό κάλλος, ούτε λόγος να
γίνεται.
Για το φυσικό κάλλος που δεν είναι επίτευγμα του
ανθρώπου αλλά της Φύσης, μπορούμε να επαιρόμαστε. Κάλλη για τα οποία να είναι υπεύθυνος
ο έλληνας δεν υπάρχουν στην Ελλάδα.
Ας φροντίσουμε λοιπόν για το φυσικό κάλλος (λες
και το κάλλος της Φύσης έχει τη δική μας ανάγκη για να υπάρξει-ή ότι το κάλλος της
φύσης είναι συνάρτηση της ανθρώπινης προσπάθειας.…)
Ε λοιπόν, το «κάλλος» αυτό κύριε Πρόεδρε, εγώ
δεν θα το προστατεύσω συστρατευόμενος. Γιατί όλα τα δάση και όλοι οι δρυμοί να καούν,
δεκάρα δε θα δώσω. Επειδή ούτε στον ύπνο μου αυτά δεν τα έχω δει, αφού χρήματα
ποτέ δεν είχα για να πάω ως αυτά. Αν ένα άστρο εκραγεί στα μάκρη του σύμπαντος εσείς
θα ενδιαφερόσασταν κύριε Πρόεδρε; Μακρύτερα από όσο είναι το άστρο αυτό από τη γη
είμαι εγώ από τα δάση και από σας και τις «προτροπές» σας.
Στο σπίτι
του, μεσημεριού ώρα ο Μήτρος πάει
και του Γιαννιού τη σφαλιστή την πόρτα του χτυπάει.
Κι όταν ο Γιάννος έξω βγει αγουροξυπνημένος
μ’ αυτά τα λόγια του μιλεί ο Μήτρος ξαναμμένος:
-Γιάννο μου μη σου βρίσκεται λεξοτανίλ κανένα
ή ένα βάλιουμ ή ταβόρ ή έστω ένα ντεπόν;
- Ρε Μήτρο έτσι εσένανε σ’ έχουνε μαθημένα
που αχαιρέτητα έρχεσαι και μου μιλάς;..Λοιπόν;..
- Γιάννο μου καλημέρα σου και σου ζητώ συγνώμη
μα τρέμω τέτοιαν εκδοχή και να σκεφτώ ακόμη.
Πες μου, έχεις Γιάννο κάτι τι απ’ ό,τι σου ζητάω,
ή λάθος πόρτα εχτύπησα και άνθρωπο ρωτάω;
- Στάσου ρε Μήτρο-ποια εκδοχή; Πες μου να καταλάβω.
Πες γιατί αν δεν εξηγηθείς να σου μιλάω παύω.
- Όχι Γιαννάκο μου, μη αυτό το κάνεις να χαρείς΄
τέτοια ώρα να με βόηθαγες μόνον εσύ μπορείς.
Και για να μη πάλι ρωτάς αμέσως σ’ απαντάω-
έχω δυο μέρες να χαρώ, να κοιμηθώ, να φάω,
από την αγωνία μου μη δε νικήσει ο Σάκης!
και χίλιες λάμες την καρδιά μού σκίζουνε οσάκις
κάποιος ειπεί ότι μπορεί και να μην έρθει πρώτος.
-Με άλλα λόγια είσαι βλαξ βαρέως και αδιορθώτως.
- Γιατί με βρίζεις Γιάννο μου που αγαπώ το Σάκη;
Ή είμαι ο μόνος; Κοίταξε τριγύρω σου λιγάκι
οι έλληνες όλοι άφησαν και τις ευρωεκλογές,
και σκάνδαλα, και διαφθορά και υπουργών κλεψιές
κι όλοι τα μάτια στρέψανε στη Μόσχα-στη Ρωσία-
εσένα δε σου κάνει αυτό εντύπωση καμία;
-Μήτρο μου πάντα οι έλληνες με τα φτηνά ασχολούνται
με κείνα διασκεδάζουνε, ονειρεύονται, κοιμούνται.
- Φτηνός ο Σάκης Γιάννο μου; Εγώ ακριβόν τον βρίσκω
κι όποιου στοιχήματος αν θες παίρνω εγώ το ρίσκο
πως πρώτος θα ‘ναι στη σειρά της νίκης-αμφιβάλλεις;
- Όχι, μα το ίσο ας κρατώ ενόσω εσύ θα ψάλλεις.
- Τι ίσα; τι ψαλσίματα; Εδώ η τιμή μας παίζεται
και συ κι οι όμοιοί σου Γιάννο μου αυτό το κοροϊδεύετε;
- Καλά. Μα πες μου Μήτρο μου, τι σ’ έχει τόσο κάνει
να θεωρείς ότι πουλιά στον αέρα ο Σάκης πιάνει;
- Γιάννο, δεν είδες πώς πηδά επάνω στη σκηνή;
- Στο ύψος αγωνίζεται; Δεν είδα εγώ σκοινί.
- Με κοροϊδεύεις Γιάννο μου. Το πήδημα επάνω
του το ζητάει ο ρυθμός του τραγουδιού του Γιάννο…
- Κι ο ψύλλος Μήτρο μου πηδά βραβεία όμως δεν παίρνει.
- Ναι αλλά είδες πώς μπροστά χαριτωμένα γέρνει;
- Εδώ η Ελλάδα έγειρε και πέφτει όπου να ‘ναι,
του Σάκη τα γερσίματα για σένανε μετράνε;
- Μα Γιάννο μου ο Σάκης μας; Το Όνομα; Ο Θρύλος;
- Μήτρο το Θεό να ευλογάς καλός μου που είσαι φίλος
αλλιώς αν τέτοια έλεγες γι αυτόν τον άθλιο τύπο
εκτός απ’ της καρδούλας σου θα ’νιωθες κι άλλον χτύπο:
του αγριεμένου μου χεριού στον σβέρκο σου επάνω,
για ώρα, δίχως διάλειμμα ή διακοπή να κάνω.
- Μα Γιάννο μου ο Σάκης μας δεν είδες πώς κουνιέται;
Πώς το κορμί του μια μπροστά και μία πίσω σειέται
και το μπλουζάκι του κι αυτό πώς το ρυθμό ακλουθάει
και μία πίσω και αυτό και μια μπροστά πετάει;
Και τ’ ότι κάνουν σαν τρελές γι αυτόν οι ελληνίδες
ούτε αυτό για σε μετρά; Ή ούτε αυτό το είδες;
- Και επειδή τα τσόκαρα της άμοιρης Ελλάδας
(που έπρεπε ένας σύγχρονος να τα τρωγε Καιάδας)
φωνάζουν και βουρλίζονται το Σάκη όταν κοιτάνε
πρέπει αυτές κι οι έλληνες οι άλλοι ν’ ακλουθάνε;
- Μα Γιάννο, ο Σάκης βρέχτηκε επάνω στη σκηνή!
Ούτε αυτό εσένανε πια δεν σε συγκινεί;
- Ναι;! Δε μου τόχες πει αυτό! Αν βράχηκε εντάξει!
- Βλέπεις Γιαννάκο μου; Αυτό τη γνώμη σου έχει αλλάξει!...
- Ρε βλάκα, ρε χαζόπραμα, ρεζίλι τω σκυλιώνε,
ρε κουτεντέ, ρε ντενεκέ, ρε κούφιε φανφαρόνε,
ρε όποιος, βλάκα, βρέχεται θα πει πως κάτι τρέχει;
Τότε καθείς θα έτρεχε το σώμα του να βρέχει
και πρώτος θα ‘βγαινε παντού έναν κουβά κρατώντας
που θα καμάρωνε κι αυτός μέσα του δόξα κλειώντας.
- Γιάννο μου, όμως, σήμερα, του τελικού τη μέρα-
δεν άκουσες πρωί πρωί τι βγήκε στον αέρα-
ο Σάκης, κι άλλο ένα κουμπί της μπλούζας του της άσπρης
θα ξεκουμπώσει! Τότε πια και συ θα γίνεις λάτρης
του θείου κορμιού περσότερο που τώρα θα φανεί
θειότερου απ’ τη θεία του-την άφταστη φωνή.
- Θα ΄θελα μ’ ένα Μήτρακα βαρύ βαρύ σφυρί
την κεφαλή σου να ’σπαζα φίλε μου την ξερή
να δω τι κλείνει μέσα της: άχερα ή σκατά;
Μα πάλι να την έκλεινα με προσοχή μετά
γιατ’ είσαι ο καλλίτερος φίλος μου δυστυχώς
και δίχως σου θα ένιωθα μονάχος κι ορφανός…
- Γιαννάκο μου να! μα το ναι, μου ‘ρχεται να δακρύσω
που ό, τι κι αν σου τσαμπουνώ με θέλεις πάλι πίσω…
Μ’ άκου και τούτο που θα πω κι ύστερα αποχωρώ.
Τελειώνοντας ο Σάκης μας τον σπάνιο του χορό,
στην τελευταία πρόταση από τ’ άγιο του τραγούδι
καθώς σε βάθρο στέκεται πάνω σαν αγγελούδι,
το βάθρο στόμα μέγα ανοί’ και ω! θαυμάσια θέα!
η ελληνική εμφανίζεται μέσα του η σημαία.
Έτσι δε διαφημίζουμε τη χώρα μας; Για πες!
-Γιάννο μου πως οι έλληνες παραείναι ρατσιστές
δε χρειαζόταν να το πει αυτό κανένας Σάκης.
Σε ρατσισμό είναι η Ελλάς όχι μονάχα αυτάρκης
μα κάνει και εξαγωγή σε όλη την υφήλιο.
Ανύπαρκτη όντας όπου αλλού κάτω από τον ήλιο,
γυρεύει έξω να ειπεί κι εκείνη πως υπάρχει
κι ας μη κανένας τηνε βρει όσο πολύ κι αν ψάχει.
Ρίζες μην έχοντας κι αρχή, προγόνους, ιστορία,
μην έχοντας πολιτισμό ή άλλη καμιάν αξία,
με νάζι τη σημαία της εδώ και κει γυρίζει
κι ως κράτος να τηνε δεχτούν οι άλλοι κλαψουρίζει.
Κι όλοι οι λαοί τη φτύνουνε και την περιγελούνε
και ολοσφιχτά κουμπώνονται να φτάνει σαν τη δούνε
και την Ελλάδα θέλουνε να ’χουνε στο πλευρό τους
όχι σαν σύντροφο μα σαν τον γελωτοποιό τους.
-Γιάννο μου μελαγχόλησα με όσα τώρα μου είπες.
Κι αν είχα ερχόντας λύπη μια , τώρα έχω χίλιες λύπες.
Ας μ’ άφηνες Γιαννάκο μου τουλάχιστο να ελπίζω
πως όντας ίσως έλληνας κάτι κι εγώ αξίζω…
- Φίλε μου, τώρα ξέροντας τι είναι η Ελλάδα
από αυτήν καλλίτερα θα έχεις μια λιακάδα-
μιας και ατός του τίποτα δεν έχει ο λαός σου χτίσει,
ας χαίρεσαι για ό,τι απλά σου δίνει η κυρα-Φύση.
-Γιάννο μου μού άλλαξες μυαλά μ’ αυτή μας τη συζήτηση.
Κατάλαβα οι έλληνες πως είμαστε για λύπηση
κι ότι αξία δεν έχουμε καμία μες στην πλάση…
όμως ο διάολος μπορεί, το πόδι του να σπάσει
και-σχώρα με Γιαννάκο μου-ο Σάκης πρώτος να ‘ρθει;
- Αχ, η ξερή καφάλα σου ποτέ της δε θα μάθει.
Μα ρε Μητρούση φίλε μου τόσο σε αγαπάω
που από δω και ύστερα κι εγώ το Σάκη πάω.
Κι άντε μωρέ, χαζούτσικος ας είσαι, την ευχή
κι εγώ σου δίνω, νικητής ο Σάκης σου να βγει.
και του Γιαννιού τη σφαλιστή την πόρτα του χτυπάει.
Κι όταν ο Γιάννος έξω βγει αγουροξυπνημένος
μ’ αυτά τα λόγια του μιλεί ο Μήτρος ξαναμμένος:
-Γιάννο μου μη σου βρίσκεται λεξοτανίλ κανένα
ή ένα βάλιουμ ή ταβόρ ή έστω ένα ντεπόν;
- Ρε Μήτρο έτσι εσένανε σ’ έχουνε μαθημένα
που αχαιρέτητα έρχεσαι και μου μιλάς;..Λοιπόν;..
- Γιάννο μου καλημέρα σου και σου ζητώ συγνώμη
μα τρέμω τέτοιαν εκδοχή και να σκεφτώ ακόμη.
Πες μου, έχεις Γιάννο κάτι τι απ’ ό,τι σου ζητάω,
ή λάθος πόρτα εχτύπησα και άνθρωπο ρωτάω;
- Στάσου ρε Μήτρο-ποια εκδοχή; Πες μου να καταλάβω.
Πες γιατί αν δεν εξηγηθείς να σου μιλάω παύω.
- Όχι Γιαννάκο μου, μη αυτό το κάνεις να χαρείς΄
τέτοια ώρα να με βόηθαγες μόνον εσύ μπορείς.
Και για να μη πάλι ρωτάς αμέσως σ’ απαντάω-
έχω δυο μέρες να χαρώ, να κοιμηθώ, να φάω,
από την αγωνία μου μη δε νικήσει ο Σάκης!
και χίλιες λάμες την καρδιά μού σκίζουνε οσάκις
κάποιος ειπεί ότι μπορεί και να μην έρθει πρώτος.
-Με άλλα λόγια είσαι βλαξ βαρέως και αδιορθώτως.
- Γιατί με βρίζεις Γιάννο μου που αγαπώ το Σάκη;
Ή είμαι ο μόνος; Κοίταξε τριγύρω σου λιγάκι
οι έλληνες όλοι άφησαν και τις ευρωεκλογές,
και σκάνδαλα, και διαφθορά και υπουργών κλεψιές
κι όλοι τα μάτια στρέψανε στη Μόσχα-στη Ρωσία-
εσένα δε σου κάνει αυτό εντύπωση καμία;
-Μήτρο μου πάντα οι έλληνες με τα φτηνά ασχολούνται
με κείνα διασκεδάζουνε, ονειρεύονται, κοιμούνται.
- Φτηνός ο Σάκης Γιάννο μου; Εγώ ακριβόν τον βρίσκω
κι όποιου στοιχήματος αν θες παίρνω εγώ το ρίσκο
πως πρώτος θα ‘ναι στη σειρά της νίκης-αμφιβάλλεις;
- Όχι, μα το ίσο ας κρατώ ενόσω εσύ θα ψάλλεις.
- Τι ίσα; τι ψαλσίματα; Εδώ η τιμή μας παίζεται
και συ κι οι όμοιοί σου Γιάννο μου αυτό το κοροϊδεύετε;
- Καλά. Μα πες μου Μήτρο μου, τι σ’ έχει τόσο κάνει
να θεωρείς ότι πουλιά στον αέρα ο Σάκης πιάνει;
- Γιάννο, δεν είδες πώς πηδά επάνω στη σκηνή;
- Στο ύψος αγωνίζεται; Δεν είδα εγώ σκοινί.
- Με κοροϊδεύεις Γιάννο μου. Το πήδημα επάνω
του το ζητάει ο ρυθμός του τραγουδιού του Γιάννο…
- Κι ο ψύλλος Μήτρο μου πηδά βραβεία όμως δεν παίρνει.
- Ναι αλλά είδες πώς μπροστά χαριτωμένα γέρνει;
- Εδώ η Ελλάδα έγειρε και πέφτει όπου να ‘ναι,
του Σάκη τα γερσίματα για σένανε μετράνε;
- Μα Γιάννο μου ο Σάκης μας; Το Όνομα; Ο Θρύλος;
- Μήτρο το Θεό να ευλογάς καλός μου που είσαι φίλος
αλλιώς αν τέτοια έλεγες γι αυτόν τον άθλιο τύπο
εκτός απ’ της καρδούλας σου θα ’νιωθες κι άλλον χτύπο:
του αγριεμένου μου χεριού στον σβέρκο σου επάνω,
για ώρα, δίχως διάλειμμα ή διακοπή να κάνω.
- Μα Γιάννο μου ο Σάκης μας δεν είδες πώς κουνιέται;
Πώς το κορμί του μια μπροστά και μία πίσω σειέται
και το μπλουζάκι του κι αυτό πώς το ρυθμό ακλουθάει
και μία πίσω και αυτό και μια μπροστά πετάει;
Και τ’ ότι κάνουν σαν τρελές γι αυτόν οι ελληνίδες
ούτε αυτό για σε μετρά; Ή ούτε αυτό το είδες;
- Και επειδή τα τσόκαρα της άμοιρης Ελλάδας
(που έπρεπε ένας σύγχρονος να τα τρωγε Καιάδας)
φωνάζουν και βουρλίζονται το Σάκη όταν κοιτάνε
πρέπει αυτές κι οι έλληνες οι άλλοι ν’ ακλουθάνε;
- Μα Γιάννο, ο Σάκης βρέχτηκε επάνω στη σκηνή!
Ούτε αυτό εσένανε πια δεν σε συγκινεί;
- Ναι;! Δε μου τόχες πει αυτό! Αν βράχηκε εντάξει!
- Βλέπεις Γιαννάκο μου; Αυτό τη γνώμη σου έχει αλλάξει!...
- Ρε βλάκα, ρε χαζόπραμα, ρεζίλι τω σκυλιώνε,
ρε κουτεντέ, ρε ντενεκέ, ρε κούφιε φανφαρόνε,
ρε όποιος, βλάκα, βρέχεται θα πει πως κάτι τρέχει;
Τότε καθείς θα έτρεχε το σώμα του να βρέχει
και πρώτος θα ‘βγαινε παντού έναν κουβά κρατώντας
που θα καμάρωνε κι αυτός μέσα του δόξα κλειώντας.
- Γιάννο μου, όμως, σήμερα, του τελικού τη μέρα-
δεν άκουσες πρωί πρωί τι βγήκε στον αέρα-
ο Σάκης, κι άλλο ένα κουμπί της μπλούζας του της άσπρης
θα ξεκουμπώσει! Τότε πια και συ θα γίνεις λάτρης
του θείου κορμιού περσότερο που τώρα θα φανεί
θειότερου απ’ τη θεία του-την άφταστη φωνή.
- Θα ΄θελα μ’ ένα Μήτρακα βαρύ βαρύ σφυρί
την κεφαλή σου να ’σπαζα φίλε μου την ξερή
να δω τι κλείνει μέσα της: άχερα ή σκατά;
Μα πάλι να την έκλεινα με προσοχή μετά
γιατ’ είσαι ο καλλίτερος φίλος μου δυστυχώς
και δίχως σου θα ένιωθα μονάχος κι ορφανός…
- Γιαννάκο μου να! μα το ναι, μου ‘ρχεται να δακρύσω
που ό, τι κι αν σου τσαμπουνώ με θέλεις πάλι πίσω…
Μ’ άκου και τούτο που θα πω κι ύστερα αποχωρώ.
Τελειώνοντας ο Σάκης μας τον σπάνιο του χορό,
στην τελευταία πρόταση από τ’ άγιο του τραγούδι
καθώς σε βάθρο στέκεται πάνω σαν αγγελούδι,
το βάθρο στόμα μέγα ανοί’ και ω! θαυμάσια θέα!
η ελληνική εμφανίζεται μέσα του η σημαία.
Έτσι δε διαφημίζουμε τη χώρα μας; Για πες!
-Γιάννο μου πως οι έλληνες παραείναι ρατσιστές
δε χρειαζόταν να το πει αυτό κανένας Σάκης.
Σε ρατσισμό είναι η Ελλάς όχι μονάχα αυτάρκης
μα κάνει και εξαγωγή σε όλη την υφήλιο.
Ανύπαρκτη όντας όπου αλλού κάτω από τον ήλιο,
γυρεύει έξω να ειπεί κι εκείνη πως υπάρχει
κι ας μη κανένας τηνε βρει όσο πολύ κι αν ψάχει.
Ρίζες μην έχοντας κι αρχή, προγόνους, ιστορία,
μην έχοντας πολιτισμό ή άλλη καμιάν αξία,
με νάζι τη σημαία της εδώ και κει γυρίζει
κι ως κράτος να τηνε δεχτούν οι άλλοι κλαψουρίζει.
Κι όλοι οι λαοί τη φτύνουνε και την περιγελούνε
και ολοσφιχτά κουμπώνονται να φτάνει σαν τη δούνε
και την Ελλάδα θέλουνε να ’χουνε στο πλευρό τους
όχι σαν σύντροφο μα σαν τον γελωτοποιό τους.
-Γιάννο μου μελαγχόλησα με όσα τώρα μου είπες.
Κι αν είχα ερχόντας λύπη μια , τώρα έχω χίλιες λύπες.
Ας μ’ άφηνες Γιαννάκο μου τουλάχιστο να ελπίζω
πως όντας ίσως έλληνας κάτι κι εγώ αξίζω…
- Φίλε μου, τώρα ξέροντας τι είναι η Ελλάδα
από αυτήν καλλίτερα θα έχεις μια λιακάδα-
μιας και ατός του τίποτα δεν έχει ο λαός σου χτίσει,
ας χαίρεσαι για ό,τι απλά σου δίνει η κυρα-Φύση.
-Γιάννο μου μού άλλαξες μυαλά μ’ αυτή μας τη συζήτηση.
Κατάλαβα οι έλληνες πως είμαστε για λύπηση
κι ότι αξία δεν έχουμε καμία μες στην πλάση…
όμως ο διάολος μπορεί, το πόδι του να σπάσει
και-σχώρα με Γιαννάκο μου-ο Σάκης πρώτος να ‘ρθει;
- Αχ, η ξερή καφάλα σου ποτέ της δε θα μάθει.
Μα ρε Μητρούση φίλε μου τόσο σε αγαπάω
που από δω και ύστερα κι εγώ το Σάκη πάω.
Κι άντε μωρέ, χαζούτσικος ας είσαι, την ευχή
κι εγώ σου δίνω, νικητής ο Σάκης σου να βγει.
ΓΙΑ ΝΑ ΒΟΗΘΉΣΩ ΤΟ ΣΑΜΑΡΆ-ΤΟΝ ΑΡΧΗΓΌ ΜΟΥ-ΝΑ ΚΑΤΑΛΆΒΕΙ
ΠΟΎ ΤΟ ΠΆΕΙ Ο ΣΎΡΙΖΑ
Αγαπητέ αρχηγέ Αντώνη,
παίρνω το θάρρος να σου απευθύνω το λόγο για να
σε βοηθήσω να καταλάβεις αυτό που δικαίως δεν καταλαβαίνεις όχι μόνον εσύ αλλά και
ολόκληρη η δημοκρατική παράταξή μας, δηλαδή το «πού το πάει ο ΣΎΡΙΖΑ». Και παίρνω
αυτό το θάρρος γιατί η δουλειά μου με έχει φέρει σε επαφή για χρόνια με τους αλήτες
του ΣΎΡΙΖΑ αλλά και γενικότερα της Αριστεράς, ώστε να τους έχω γνωρίσει από κοντά
και έτσι να πιστεύω ότι μπορώ να σε βοηθήσω να καταλάβεις πού το πάει αυτό το πολιτικό
έκτρωμα-ο ΣΎΡΙΖΑ-και να σε βγάλω έτσι από τη μεγάλη απορία που σε κατέχει.
Λοιπόν «το πάει» ότι αυτός ο γκάγκστερ θέλει να
μην πάρει πίσω μετεκλογικά όσα έλεγε προεκλογικά, κάτι πραγματικά άηθες για τα
πολιτικά μας πράγματα και ολέθρια για τον τόπο.
«Το πάει» ότι, ο αχρείος, ενώ επεδίωξε το ανέφικτο,
αρνείται το εφικτό! Εδώ κι εγώ δυσκολεύομαι να τον καταλάβω. Είναι σαν να είναι
ερωτευμένος με μια γυναίκα, εκείνη να τον αρνείται και αυτός ο βλάκας να μην πηγαίνει
με την πρώτη πόρνη που θα βρεθεί μπροστά του…Τι να πω;..
«Το πάει» ότι θέλει να ξαναπάρουν οι έλληνες εργαζόμενοι
και συνταξιούχοι τους μισθούς και τις συντάξεις που έπαιρναν προ της κρίσεως, να
φορολογήσει τον πλούτο αντί τη φτωχολογιά, να κλείσει στη φυλακή τους κλέφτες πολιτικούς,
να προσληφθούν αντί να απολυθούν υπάλληλοι, να κρατικοποιήσει τις τράπεζες και άλλα
που τα ξέρεις αρχηγέ καλλίτερα από μένα, μιας και κοντύτερα σ’ αυτόν είσαι εσύ αυτή
τη φορά και όχι εγώ. Και μην περιμένεις αυτό το κτήνος να αλλάξει γνώμη και να αρχίσει
να μιλάει για απολύσεις, για μειώσεις μισθών και συντάξεων, για κάλυψη των κλεφτών
πολιτικών, για ενίσχυση των τραπεζών με εικοσιπέντε δισεκατομμύρια κλπ. Σκέψου μόνο
ότι θέλει να παίρνει εκατό ευρώ το μήνα από εκείνους στους οποίους θα δώσει απολαβές είκοσι χιλιάδες το χρόνο, ενώ εμείς δεν
ζητάμε ούτε ευρώ από εκείνους που τους δίνουμε ήδη έστω πέντε χιλιάδες το χρόνο…
Νέοι καιροί νέα ήθη αρχηγέ… Έπρεπε να ζήσουμε να δούμε και αυτή την κατάντια των
ελλήνων πολιτικών…
Δεν ξέρω αν σε βοήθησα αρχηγέ, όμως ναι ή όχι,
εσύ τράβα το δημοκρατικό δρόμο που τραβάς για το καλό της πατρίδας και των ελλήνων.
Αλλά με την ευκαιρία θα σχολιάσω και δυο τρία
που άκουσα ότι ειπώθηκαν μέσα στη σύσκεψη υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας μας.
Όταν κατηγόρησες τον Τσίπρα πως πάει για εκλογές
πάλι τη χώρα με τα καμώματά του, αυτός ο μπράβος του Διεθνούς Μαρξισμού σου ανταπάντησε
ότι εσύ έλεγες ότι θα κάνεις συνέχεια εκλογές μέχρι να πάρεις την πλειοψηφία. Έπρεπε
να τον αποστομώσεις. Να του έλεγες δηλαδή ότι εσύ το ήθελες αυτό για να σώσεις την
Ελλάδα. Τι θα έλεγε τότε το καθίκι;
Σου είπε ότι διαστρεβλώνατε μετεκλογικά τις θέσεις
του επίτηδες, για να τον διαβάλετε στο λαό (συγνώμη για το «λαό», στον κόσμο ήθελα
να πω.) Εσύ έπρεπε να του πεις πως έτσι δουλεύει η πολιτική-να λέει το άσπρο μαύρο
και τα σύκα σκάφη-να μαθαίνει κιόλας το παιδί τις πολιτικές πρακτικές για την περίπτωση
που κάποτε-ο μη γένοιτο-θα κυβερνούσε (μπρρρρρ…)
Αλλά αρχηγέ, και εσύ γιατί κόπτεσαι να μπει σώνει
και καλά στην Κυβέρνηση και αυτό το κατακάθι; Ο κόσμος εμάς θέλει και το είπε περίτρανα
στις εκλογές, τι ανάγκη τον έχεις; Και αν θέλεις, και το ποσοστό που κατάφερε να
πάρει, με λαϊκισμούς και «μαγκιές» δεν το πήρε; Ο κόσμος μίλησε και θέλει εμάς,
άντε και το τρίτο κόμμα. Λοιπόν γιατί; Αυτό είναι η σειρά μου να μην το καταλαβαίνω
εγώ.
Αλλά η κακοήθεια και η βλακεία του ανδρός (ή του
παιδιού;) φαίνεται καθαρά και που δε δέχτηκε να κάνει κυβέρνηση με την ανοχή τη
δική σου και του τρίτου κόμματος. Ένας οπαδός
του βρωμερού αρχηγού τού ΣΎΡΙΖΑ, να πώς μου εξήγησε την άρνηση του αρχηγού του σ’
αυτή την αντρίκια και μπεσαλίδικη πρότασή σας: Είναι, μου είπε, σαν δυο μεγαλοεπιχειρηματίες
που τα συμφέροντά τους βρίσκονται όλα στην εταιρεία άλφα, να προτείνουν συνεργασία
σε έναν νεοεισερχόμενο στην αγορά ιδιοκτήτη της εταιρείας βήτα, που θέλει να ανταγωνιστεί
την εταιρεία τους. Του απάντησα ότι δεν σε ξέρουν καλά, ότι ποτέ δε θα τραβούσες
το χαλί κάτω από τα πόδια κάποιου με τον οποίο θα είχες συνεταιριστεί. Δεν με πίστεψε
ο ανόητος. Έτσι φαίνεται ότι και ο αρχηγός του δεν πίστεψε εσένα. Δεν τους έφταναν
τα άλλα, να και η καχυποψία στο ζενίθ της…
Και ακόμα πες μου αρχηγέ, γιατί δεν τον πετάξατε
έξω από το Συμβούλιο όταν είδατε τη στάση του; Εσένα κάποτε σε πέταξαν έξω επειδή
κοπτόσουνα για
ένα κομμάτι της άγιας μας πατρίδας και διστάσατε
όλοι σας να πετάξετε έξω έναν «αντάρτη» που θέλει να καταστρέψει ολόκληρη τη χώρα;
Και ένα τελευταίο Πρόεδρε. Τον άκουσα να σας ζητάει
να στείλετε επιστολές «μετάνοιας» στην Ευρώπη. Και φυσικά δε στείλατε, όμως δεν
έπρεπε να το αφήστε αναπάντητο αυτό. Έπρεπε να του πείτε…ότι…να του πείτε πως…έπρεπε…ότι
άκου δω…να του πείτε… Ε! Αρχηγέ, σκέψου κι εσύ κάτι.
Με πίστη στους σκοπούς μας,
ο ψηφοφόρος, φίλος και θαυμαστής σου
Γιώργης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου