ΤΑ ΒΌΔΙΑ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΤΟ «ΠΡΕΠΕΙ»
Κάποτε ήτανε το «θα». Οι πολιτικοί το λέγαν
και στις κλεψιές τους ύστερα και τις βρωμιές πηγαίναν.
Κι ο ελληνικός βοϊδολαός εχαίρονταν να βλέπει
άχυρο να ‘χει πάτωμα και αχουριού μια σκέπη.
Και ήρθε κάποτε ο γιος του γέρου Παπαντρέα
που αν και χρήση έκανε του «θα» σε κόπια νέα
μα αυτό εν τέλει του έβαλε στον κρόταφο την κάννη
και πάει κι εκείνος και το «θα» που πια είχε αποκάνει.
Και τότε κάποιοι ευφυείς –κουτοί μα την αλήθεια-
στα που ελέγαν στο λαό μεγάλα παραμύθια
την πρώτη λέξη άλλαξαν κι αντί με «θα», με «πρέπει»
αρχίζαν τα που ακούραστα πολυλογούσαν έπη.
Και από τότε «πρέπει» ακούς μες στης Βουλής το χάνι,
«πρέπει» το κάθε νουδικό ή πασόκο λέει τσογλάνι,
«πρέπει» κι οι χρυσοπλήρωτοι λεν δημοσιογράφοι,
«πρέπει» τα λίκνα όλα λεν κι αντιβοούν οι τάφοι.
«Πρέπει» ξελαρυγγίζονται υπουργοί στις συγκεντρώσεις,
«πρέπει» ακούς όπου σταθείς ή πόδι όπου απλώσεις,
«πρέπει» στους λόγους του έντιμου, του πρώτου μας πολίτη,
«πρέπει» σε κάθε άτιμου της ευτυχίας μας θύτη.
( «Πρέπει» εδώ, «πρέπει» εκεί, «πρέπει» και παραπέρα
«πρέπει» επάνω, δεξιά κι αριστερά
«πρέπει» στη θάλασσα στη γη και στον αέρα
«πρέπει» στα όνειρα που κάνανε φτερά.
«Πρεποειδώς» συμπεριφέρονται οι πάντες
που μανιωδώς θώκους και χρήματα ζητούν-
ψάχνουνε Τράπεζες…μπαούλα…ψάχνουν τσάντες
κι αυτά αν δε βρούνε τότε παίρνουν ό,τι βρουν.
«Πρέπει» εγέμισε το παν-πικρή αλήθεια-
κι αυτό που διόλου δε μου φαίνεται καλό,
είναι πως πλην από τα χείλια και τα στήθια
«πρέπει» εγέμισε κι αυτό τους το μυαλό.)
Κι όπως το «θα» υποταχτικά κατάπιναν-τα βόδια-,
ούτε του «πρέπει» βλέπουνε τα που ορθώνει εμπόδια
για να χαθούν έτσι άσκοπα οι όσοι εγίναν κόποι
και πια ποτέ να μη γινούν τα ζωντανά ανθρώποι..
Κι όπως γινόταν με το «θα», ο λαός και με το «πρέπει»
σκοτώνει ατός του τη χαρά κι άδεια έχει πάντα τσέπη΄
κι ακόμα αντίς για ουρανό, σπηλιάς μιας βλέπει σκέπη-
και θα ‘λεγε αν τον ρώταγες «γιατί;»: «γιατί έτσι…πρέπει!»..
ΤΙ ΛΑΌΣ!...
Τι λαός που είμαστε όμως!
Πώς αλλάζουμε συντόμως
έξεις τάσεις και συνήθειες
αναχλές είτε και βύθιες…
Πριν από εξήντα χρόνια
εγεμίζαμε κασόνια
με αυτιά, μάτια και μύτες
από θύματα και θύτες.
Κι ήταν η ζωή μας τότες
να την τρώνε μόνο κότες
κι οι νεκροί πάνω στα κάρα
δυο ντουζίνες μια δεκάρα.
Τώρα όμως τι λαός
που εγίναμε ακριβός-
Ένας κάπου αν πεθάνει
θέμα η τιβί το κάνει.
Αμ το άλλο; Χρόνια τώρα
κατακλέβανε τη χώρα
στρατιές πολιτικών
δεξιών κι αριστερών.
Και οργίαζε η σπατάλη
κι από δώθε παν οι άλλοι
και ανθούσε η διαφθορά
και κρυφά και φανερά.
Και να! βίλλες και οφ-σορ
να! κι αρμάνι και ντιορ
να! και πύργοι να! και κότερα
με ροζ σκάνδαλα στα ενδότερα.
Τώρα όμως τι λαός
που εγίναμε ηθικός!
τώρα πια κανείς δεν κλέβει
απ’ την πείνα και ας ρεύει.
Τι βαρύ να πάθαν σοκ
η Νου Δυο και το ΠΑΣΟΚ
και να κλέβουν σταματήσαν
λες τιμιότητα μεθύσαν;
Τι λαός που είμαστ’ αλήθεια!
Τι καρδιά κλειούμε στα στήθια!
Πώς γοργά που ’χουμε αλλάξει!
και στα λόγια και στην πράξη…
(…Βάδρα μη γυρνώντας ο ήλιος
πάλι ερθεί κανας Εμφύλιος…
βάρδα μην ετούτη η κρίση
την Ελλάδα φαλιρίσει…)
ΚΛΈΦΤΕΣ
Ποιος κλέβει επιτέλους στην Ελλάδα;
Μήπως εκτός από τους βιομηχάνους,
και τους πολιτικούς, τους τσιφλικάδες,
εφοπλιστές, εφοριακούς, εμπόρους,
κι απ’ τους πολλούς μικρούς, κι απ’ τους μεσαίους,
κλέβει και όλος ο λαός συλλήβδην
ήγουν και ο μικρός ο εμποράκος,
και ο μανάβης και ο μπακαλάκος
και ο υπάλληλος είτε ο δημόσιος
ή ο ιδιωτικός, κι ο ιδιοκτήτης
κάποιου μικρού έστω μόνο κτίριου
κι ο λαχειοπώλης και ο παγοπώλης
των λαϊκών των αγορών οι τύποι,
της αγιογδύτισσας της Βαρβακείου
κι οι λιανοπωλητές οι υπαίθριοί μας
κι ο χτίστης κι ο σκαφτιάς κι οι λασπιτζήδες
και οι υδραυλικοί κι οι ηλεκτρολόγοι
κι οι δάσκαλοι και οι καθηγητάδες-
μην κλέβουν κι όλοι αυτοί οι κερατάδες;
Ε, το λοιπό’, και τούτοι όλοι κλέβουν!
Το κατά δύναμιν βεβαίως, μα όμως
γόνα κι αυτών το κλέψιμο πηγαίνει!
Κι αυτή ’ναι η αιτία που ο κόσμος
δεν ξεσηκώνεται σ’ αυτούς ενάντια
που τα χοντρά λεφτά του τόπου τρώνε.
Κοράκου κόρακας μάτι δε βγάζει
και κλέφτης κλέφτη δεν τόνε πειράζει
μόνο καθένας ψάχνει να μπορέσει
σε κόλπο τρανταχτό ένα να πέσει
και την καλή κι αυτός γερά να πιάσει
και τη ζωή του να καλοπεράσει.
Γι αυτό ατιμώρητοι μένουνε τώρα
όσοι ρημάξαν στην κλεψιά τη χώρα.
Γι αυτό κι ελέω του καθενός μας κλέφτη,
η Ελλάδα σούμπητη στο χάος πέφτει.
ΕΛΛΆΔΑ ΠΡΩΤΑΘΛΉΤΡΙΑ ΣΤΟ ΜΠΆΣΚΕΤ
Η Ελλάδα νίκησε στο μπάσκετ!
Η πατρίδα σώθηκε!..
Μια γαλήνη στην Ελλάδα
πέρα ως πέρα απλώθηκε!..
Τώρα η Μέρκελ πια στα σκέλια
θα τη βάλει την ουρά
κι ο Όλι Ρεν θα πει «συγνώμη»
και θα κλαίει γοερά...
Ο πολύς ως τώρα Γκρουέφσκι,
αρχηγός έθνους ανάνδρου,
το που έστησε θα ρίξει
άγαλμα του Αλεξάνδρου...
Τώρα κάθε μία χώρα
που μας είχε ευρώ δανείσει
δίχως δεύτερη μια σκέψη
όλα θα μας τα χαρίσει...
Πάνε πια τα που η Ελλάδα
τόσα χρόνια είχε χάλια-
τώρα οι έλληνες θα τρώνε
με χρυσά όλοι κουτάλια...
Κι ο Ομπάμα όταν θα μάθει
ότι πρώτοι έχουμ’ έρθει,
μια βοήθεια εν τω άμα
θα μας δώσει ευμεγέθη…
...Α! Ρε έλληνες κουτάβια
που σας κάνουν να πιστέψτε
πως μετά από τέτοια νίκη
απ’ την πείνα πια ας ρέψτε…
...Α! ρε έλληνες κουτάβια
που ένα κόκαλο σας δίνουν
που «αθλητισμό» το λένε
και το αίμα αυτοί σας πίνουν…
...Α! ρε έλληνες κουτάβια
πόσα ακόμα τάχα χρόνια
θα φοβάστε τη σκιά σας-
ή θα είναι’ αυτό αιώνια;..
ΠΑΤΡΊΣ ΕΝ ΠΟΡΝΕΊΑ ΘΝΉΣΚΟΥΣΑ
«Ποιος είναι αναμάρτητος
να ρίξει πρώτος πέτρα;
Τις ανομίες ολωνών
θα μπόρειε ποιος να εμέτρα;
Από τον άθλιο βασιλιά
ως τ’ άμετρά μου πιόνια
μέσα μου ποιος δεν έκλεβε
τώρα και τόσα χρόνια;
Κι αφού ο λαός με πρόδωσε
ποιος μένει να με γιάνει
και όχι πόρνη αλλά κυρί
α πάλι να με κάνει;..
Κανείς! Γι αυτό ελάτε μου
της γης οι πόρνοι όλοι!..
…και βιάστε με…και πάρτε με…
…δική σας είμαι όλη…»
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΑΡΧΗΓΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ-
Η ΕΥΛΟΓΙΑ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΚΑΚΩΝ
Και είναι απορίας άξιον: πώς,
ο πρώτος ο πολίτης μας εγκρίνει
τα μέτρα που δε θέλει ο Λαός;
(…και άραγε το θέμα έτσι κλείνει;..)
Καλά , ο Λαός δεν είναι ο Παπούλιας;
Δεν είναι αυτός ο πληρεξούσιός Του;
Πώς χούγια γίνεται να έχει Πούλιας
αντίς να είναι ο Αυγερινός Του;
Το χέρι το Λαό που προστατεύει
πώς τώρα γίνεται να Τον χτυπάει
και όσους Τον σκοτώνουν να χαϊδεύει,
να τους καλόχει και να τους φιλάει;
Ο Πρόεδρος φρενάρει τους πολίτες
ή δυνατά το γκάζι σανιδώνει-
σπρώχνει στη δυστυχία τους ψωμοζήτες
ή την αντίστασή τους δυναμώνει;
...Τουλάχιστο στα τόσα κούφια έπη
που θ’ ακουστούνε μέσα στο Συμβούλιο
έριξε ο Πρόεδρος και λίγα «πρέπει»-
χωνευτικά σε γεύμα ένα λουκούλλειο.
=====
ΖΉΤΗΜΑ ΜΕΣΤΏΜΑΤΟΣ
Όλα τα πράγματα στη γη αργούνε να μεστώσουν
και τον που έχουν προορισμό στη γη να ξεπληρώσουν.
Η ρίζα αργεί οδυνηρά να δώσει ανθούς και κλώνια.
Για να γενούν βασίλισσες θέλουν καιρούς τα πιόνια.
Με μιας μόν’ ώρας χιόνισμα τα όρη δε θ’ ασπρίσουν
και τα κορμιά θέλουν καιρό απ’ τον ήλιο να μαυρίσουν.
Θέλει καιρούς τα κάρβουνο για να δεθεί διαμάντι.
κι η Ποίηση δεν δόθηκε αδάκρυτα στον Δάντη.
Το μπουμπουκάκι όσο γλυκό, μ’ ακόμα δε μυρίζει.
Ο ήλιος ο κρύος το πρωί, το γιόμα τσουρουφλίζει.
Ο σκύμνος παίρνει τέρμινα ως να μεστώσει λιόντας
και η σοφία για να ’ρθει γερνάει περπατώντας.
Αχ! θέλει πάτημα πολύ να δώσει η ρόγα μούστο
κι οι κοπελιές πίκρα πολλή ως να μεστώσουν μπούστο.
Θέλει αστραπές ο ουρανός; Όχι ως να συννεφιάσει.
Και δίχως ίδρωτα κανείς ψωμί δε θα χορτάσει.
Για να φουσκώσει ποίημα ψυχής προζύμι θέλει.
Η αγουρίδα με καιρούς, γλυκό θα γίνει μέλι.
Θέλει καημούς ώστε να ‘ρθει του έρωτα το θάμα
και θέλει αιώνων σκοτεινιά να ’βγει στο φως το νάμα.
Ε! Έτσι είναι κι οι Πρόεδροι κάθε Δημοκρατίας-
θέλουν το χρόνο έστω μιας τουλάχιστον θητείας
για να μεστώσουν και να πουν τα λόγια τα σοφά τους
που τύφλα οι δέκα εντολές να έχουνε μπροστά τους.
Έτσι λοιπόν είπε ο σοφός κι έντιμος πρόεδρός μας
που έτρωγε χρόνια ως βουλευτής και ως πολιτικός μας
κι απ’ το φαί μεγάλωσε κι έπηξε το μυαλό του
κι αντάξιο έγινε πολύ ενός Πολίτου Πρώτου,
πως όλοι ξέρουμε γιατί εδώ έχουμε φτάσει
(που λίγο έλειψε να ’χαμε των πληρωμών μας στάση),
πως πρέπει να συλλάβουμε κάθε φοροφυγάδα
να σώσουμε αν θέλουμε την έρμη την Ελλάδα,
πως πρέπει στις συναλλαγές να έχουμε διαφάνεια,
και με σοφία περισσή κι ορθοφροσύνη σπάνια
ότι το «πόθεν», δήλωσε, το «έσχες» ακλουθάει.
Αλήθεια η σοφία του σκληρά καρύδια σπάει!-
ποιο άλλο θα εμπόρειγε μυαλό, στην οικουμένη
τόσο να βλέπει καθαρά; Σε ποιον είναι δοσμένη
τέτοια ικανότητα- με δυο ή τρεις εκεί φρασούλες
τόσα πρωτάκουστα να λέει που ευθύνης αναγούλες
να φέρνουν κι εντιμότητας σ’ αυτόν που τις ακούει;
Ω! καμπανούλες ηχηρές τόσο ποιος άλλος κρούει!..
Αλλά γι αυτό τον κάναμε και Πρώτο μας Πολίτη
και στο Λευκό τον βάλαμε-που λεν κι οι ΗΠΑ-σπίτι-
ώστε απερίσπαστος εκεί να σκέπτεται αδιακόπως
που ό,τι εν τέλει και να πει να μη το λέει ασκόπως
μ’ αυτό να είναι χτίσης νιας το στέριο αγκωνάρι
που όλα θα φέρει τα καλά και τα κακά θα πάρει.
Όχι, να μη κανείς θαρρεί πως άδικα πληρώνεται
(δηλαδή τι πληρώνεται, απλά χαρτζιλικώνεται).
Λοιπόν, οι χαμερπείς εμείς ας μεταρσιωθούμε
από τα λόγια, που-όλβιοι!-τύχη έχουμε ν’ ακούμε
και ας δημιουργήσουμε την ευτυχή Ελλάδα
αγνοώντας ότι χέστηκε στ’ αλώνια η φοράδα.